***Μετά από ανακοίνωση του κ. Παπαγιάννη όλες οι μεταφράσεις που έχουν δοθεί είναι ενδεικτικές. Οι φοιτητές θα πρέπει να "δουλέψουν" μόνοι τους τα κείμενα και τις μεταφράσεις τους στις εξετάσεις. ***
διδάσκων:
Γρ. Παπαγιάννης
- Του Αγαθία του δικηγόρου, Για την μητέρα του:
«Διαβάτη,
γιατί δακρύζεις;» «Για την μοίρα σου.»
«Γνωρίζεις ποια είμαι;»
«Όχι,
μα την αλήθεια, αλλά παρ’ όλα αυτά βλέπω
πως είχες αξιοθρήνητη κατάληξη.
Ποια
είσαι όμως;» «Η Περίκλεια.» «Τίνος
γυναίκα;» «Ενός αριστοκράτη (ή: ενός
ανθρώπου άριστου)
ρήτορα,
από την Ασία, που το όνομά του ήταν
Μεμνόνιος.»
«Και
τώρα πώς (γίνεται να) κείτεσαι στα χώματα
του Βοσπόρου;» «Ρώτα τη Μοίρα
που
μου έδωσε τάφο στα ξένα, μακριά απ’ την
πατρίδα.»
«Άφησες
κανένα παιδί;» «Ένα τρίχρονο αγοράκι,
που κλαίγοντας στο σπίτι
περιμένει
μια σταγόνα γάλα απ’ τα στήθη μου.»
«Μακάρι
να ζήσει και να ’καλότυχος.» «Αχ ναι,
φίλε μου, ευχήσου για κείνον,
ώστε
να γίνει παλληκαράκι και να έρθει να
μου χαρίζει τα δάκρυά του.»
- Του Ιωάννη Μαλάλα, Χρονογραφία
Συνέβη
μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, ενώ
πήγαινε ο βασιλιάς Θεοδόσιος στην
εκκλησία τη μέρα των Θεοφανείων, ο
μάγιστρος Παυλίνος να αρρωστήσει
εξαιτίας του ποδιού του και να μείνει
μέσα (να μη μπορεί να βγει) και να
απουσιάσει δικαιολογημένα. Τότε κάποιος
φτωχός πρόσφερε στον ίδιο τον βασιλιά
Θεοδόσιο ένα φρυγιατικό μήλο τεράστιο,
πέρα από κάθε φαντασία. Και παραξενεύτηκε
ο βασιλιάς και όλη η σύγκλητος που ήταν
μαζί του. Κι αμέσως ο βασιλιάς, αφού
έδωσε 150 νομίσματα σ’ αυτόν που του
πρόσφερε το μήλο, το έστειλε στην Αυγούστα
Ευδοκία. Και η Αυγούστα το έστειλε στον
Παυλίνο τον μάγιστρο, ως φίλο του βασιλιά.
Κι αυτός πάλι ο μάγιστρος Παυλίνος, μη
γνωρίζοντας ότι ο βασιλιάς το είχε
στείλει στην Αυγούστα, το έστειλε στον
βασιλιά Θεοδόσιο, την ώρα που εισερχόταν
στο παλάτι. Ο βασιλιάς το πήρε, το
αναγνώρισε και το έκρυψε. Και κάλεσε
την Αυγούστα και την ρώτησε: Πού είναι
το μήλο που σου έστειλα; Κι αυτή είπε
ότι… «Το έφαγα!» Και την έβαλε να ορκιστεί
στη ζωή του, (να πει την αλήθεια) αν το
έφαγε ή αν το έστειλε σε κανέναν. Και
αυτή ορκίστηκε ότι «Δεν το έστειλα σε
κανένα», αλλά ότι το έφαγε η ίδια. Τότε
ο βασιλιάς διέταξε να φέρουν το μήλο
και της το παρουσίασε. Και οργίστηκε
εναντίον της, κατηγορώντας την (ή:
αφήνοντας να εννοηθεί) ότι αυτή το
έστειλε στον Παυλίνο ως ερωμένη του.
Εκείνη το αρνήθηκε. Για τον λόγο αυτό ο
βασιλιάς Θεοδόσιος σκότωσε τον Παυλίνο.
Η Αυγούστα (ήταν) συντετριμμένη, αφού
ατιμάστηκε, γιατί βέβαια έγινε παντού
γνωστό ότι εξαιτίας της θανατώθηκε ο
Παυλίνος. Και ήταν αλήθεια πολύ όμορφο
παλληκάρι. Μετά η Αυγούστα ζήτησε από
τον βασιλιά την άδεια να κατεβεί στους
Αγίους Τόπους για κάποιο τάμα. Και της
το επέτρεψε. Και κατέβηκε από την
Κωνσταντινούπολη στα Ιεροσόλυμα για
να κάνει το τάμα της. Και έκτισε στα
Ιεροσόλυμα πολλά κτίρια και ανακαίνισε
και το τείχος της Ιερουσαλήμ λέγοντας:
«Για μένα είπε ο προφήτης Δαβίδ ότι „με
την Ευδοκία σου, Κύριε, θα ανοικοδομηθούν
τα τείχη της Ιερουσαλήμ“». Και έμεινε
εκεί και έκτισε για τον εαυτό της βασιλικό
τάφο και πέθανε και ενταφιάστηκε στα
Ιεροσόλυμα. Και όταν επρόκειτο να
πεθάνει, ορκίστηκε ότι δεν αναγνωρίζει
την κατηγορία που διατυπώθηκε εις
βάρος της σχετικά με τον Παυλίνο.
- Του Γεωργίου Πισίδη, Επιγράμματα
Για
τη ζωή του Προδρόμου
Εσύ,
προφήτη, υπήρξες φτερούγα που προστατεύει
την αγνότητα
και
τσεκούρι που σφάζει την λαγνεία (την
αμαρτία).
Για
το συμπόσιο
Εσένα
που καλλιέργησες την εγκράτεια και
έζησες μέσα σ’ αυτήν,
Η
Ηρωδιάδα σε κατάντησε παιχνιδάκι/έρμαιο
του συμποσίου.
Για
τον αποκεφαλισμό
Εσύ
που υπέδειξες στους ανθρώπους προφητικά
τον Αμνό του Θεού
οδηγήθηκες
για χάρη του σε εκούσια σφαγή (ως αμνός).
Για
την κεφαλή
Το
κεφάλι του πιο μεγάλου προφήτη
κατάντησε
έπαθλο για τα λικνίσματα μιας πόρνης.
- Του Ανδρέα επισκόπου Κρήτης, από τον Μεγάλο Κανόνα (ωδή δ΄)
Άκουσε
ο προφήτης τον ερχομό σου, Κύριε,
και
ένιωσε φόβο/δέος,
(δι)ότι
πρόκειται να γεννηθείς από μία παρθένο
και
να φανερωθείς στους ανθρώπους, και είπε:
«Άκουσα
τη φήμη σου και φοβήθηκα.
Ας
είναι δοξασμένη η δύναμή σου, Κύριε».
Μη
παραβλέψεις τα έργα σου, μην αγνοήσεις
το πλάσμα σου
δίκαιε
Κριτή.
Αν
κι εγώ αμάρτησα ως άνθρωπος
πιο
πολύ από τον κάθε άνθρωπο, φιλάνθρωπε,
όμως
εσύ έχεις τη δύναμη, σαν κύριος των
πάντων,
να
συγχωρείς τις αμαρτίες.
Εγγίζει
το τέλος, ψυχή μου, εγγίζει, αλλά δεν
νοιάζεσαι,
δεν
ετοιμάζεσαι.
Ο
καιρός τελειώνει, σήκω επάνω!
Ο
Κριτής είναι ήδη κοντά στην πόρτα.
Ο
χρόνος της ζωής τρέχει (και περνάει) σαν
όνειρο, σαν (εφήμερο) άνθος.
Γιατί
αγωνιούμε μάταια;
- Του Θεοφάνη του Ομολογητή, Χρονογραφία
έτη
από κτίσεως κόσμου 6233 έτη από την
ενσάρκωση του Θεού 733, βασιλιάς των
Ρωμαίων ο Κωνσταντίνος, έτος 1ο από 35,
αρχηγός των Αράβων ο Ισάμ, έτος 18ο
από 19, πάπας Ρώμης ο Ζαχαρίας, έτος
8ο από 21, επίσκοπος Κων/πόλεως ο
Αναστάσιος, έτος 12ο από 24.
Αυτόν
τον χρόνο έγινε βασιλιάς ο διώκτης των
πατροπαράδοτων θεσμών (της πίστης) ο
Κωνσταντίνος, επειδή έτσι αποφάσισε ο
Θεός και εξαιτίας των πολλών μας
αμαρτιών. Στις 27 Ιουνίου λοιπόν της
νέας ινδικτιώνος έκανε εκστρατεία στα
μέρη του Οψικίου εναντίον των Αράβων
και ήρθε στην λεγόμενη Κρασό. (Στο μεταξύ)
ο Αρτάβασδος, για τον οποίο έγινε λόγος
παραπάνω, ήταν στο Δορύλαιο μαζί με τον
στρατό του θέματος του Οψικίου και
(έτσι) κατασκόπευαν ο ένας τον άλλο. Τότε
ο Κωνσταντίνος του έστειλε παραγγελία
και του ζητούσε να του στείλει (προσωρινά)
τα παιδιά του, επειδή δήθεν τα είχε
επιθυμήσει, αφού ήταν ανήψια του. Ο
σκοπός του όμως ήταν να τους αιχμαλωτίσει
και να τους κρατήσει ομήρους. Ο άλλος
όμως κατάλαβε τον δόλο του και πάνω σε
μια στιγμή απελπισίας, ξέροντας καλά
την μεγάλη πονηρία του (αντιπάλου του),
ξεσήκωσε τον στρατό και επιτέθηκε
εναντίον του με όλες τις δυνάμεις. Και
πρώτα σκότωσε με τη σπάθα του τον πατρίκιο
Βησήρ τον εικονομάχο (κατά λέξη: που
είχε φρόνημα Σαρακηνού), ο οποίος τον
συνάντησε (πρώτος). Ο Κωνσταντίνος πάλι
βρήκε ένα σαμαρωμένο υποζύγιο και το
καβάλησε και κατέφυγε στο Αμώριο…
- Του Νικηφόρου Πατριάρχη Κων/πόλεως, Ιστορία σύντομος
64.
Ο Λέων μετά από 24 χρόνια βασιλείας φεύγει
από τον παρόντα κόσμο, αφού αρρώστησε
βαρειά από υδρωπικία, και αφήνει διάδοχό
του στην εξουσία τον γιό του τον
Κωνσταντίνο. Ο Αρτάβαζος πάλι, που ήταν
γαμπρός του Κωνσταντίνου από την αδελφή
του, μαζί με τον στρατό που διοικούσε
(ήταν στρατηγός του θέματος του Οψικίου)
και τους δυο γιούς του, από τους οποίους
ο ένας λεγόταν Νικήτας και ο άλλος
Νικηφόρος, ήταν στρατοπεδευμένος στην
λεγόμενη πεδιάδα του Δορυλαίου. Και
βέβαια, μόλις πληροφορήθηκε τον θάνατο
του πεθερού του, αμέσως κατέστρωσε
σχέδιο σφετερισμού εις βάρος του
(Κωνσταντίνου). Και (πρώτα-πρώτα) προσπάθησε
να δεσμεύσει με όρκους τους στρατιώτες
που είχε υπό τις διαταγές του ότι θα του
είναι πιστοί (ότι θα είναι με το μέρος
του), και ότι δεν θα δεχθούν κανέναν
άλλον για βασιλιά. Ο Κωνσταντίνος τώρα,
αφού πήρε τη βασιλεία, διάλεξε ένα τμήμα
του στρατού και βγήκε από την Πόλη και
έφτασε στην πεδιάδα που λέγεται Κρασός.
Κι από εκεί έστειλε μήνυμα στον Αρτάβαζο
να έρθει σ’ αυτόν, δήθεν για να κάνουν
συμβούλιο σχετικά με την αντιμετώπιση
των εχθρών. Αλλά εκείνος ήδη είχε
ξεκινήσει την επέλαση, όχι για να λάβει
μέρος στο συμβούλιο, αλλά για να καθαιρέσει
τον Κωνσταντίνο από το βασιλικό αξίωμα.
Ο Κωνσταντίνος, μόλις έμαθε για τον
σφετερισμό, και ότι ο Βίσηρος, που είχε
το αξίωμα του πατρίκιου, προπορευόμενος
έπεσε νεκρός από το ξίφος των αντιπάλων,
και όταν τους είδε με τα μάτια του να
λαφυραγωγούν το βασιλικό στρατόπεδο,
ο ίδιος έφυγε από εκεί όσο πιο γρήγορα
μπορούσε με κατεύθυνση προς το θέμα των
Ανατολικών, φροντίζοντας να γλυτώσει
τη ζωή του.
- Της Κασ(σ)ίας. Ύμνος με δική του μελωδία για τα Χριστούγεννα.
Όταν
ο Αύγουστος έγινε μονοκράτορας σε όλη
τη γη, έληξε η πολυαρχία (μεταξύ) των
ανθρώπων.
Και όταν εσύ
έγινες άνθρωπος από την αγνή, καταργήθηκε
η πολυθεΐα των ειδώλων.
Οι
πόλεις (όλες) υποτάχθηκαν σε μία κοσμική
βασιλεία.
Και τα έθνη
(όλα) πίστεψαν σε μία θεϊκή αυθεντία.
Οι
λαοί απογράφηκαν σύμφωνα με τη διαταγή
του Καίσαρα.
Οι πιστοί
γραφτήκαμε (σφραγιστήκαμε) με το όνομα
της θεότητας,
δηλ.
το δικό σου, Θεέ, που έγινες άνθρωπος.
Μεγάλη
είναι η ευσπλαχνία σου, Κύριε. Δόξα σε
σένα!
- Του Θεοδώρου Στουδίτη, Επίγραμμα: Για τον τραπεζοκόμο.
Καθώς
ετοιμάζεις το τραπέζι για τους αδελφούς
σου, παιδί μου,
πρόσεξε
να στρώνεις καλά τα σερβίτσια του
τραπεζιού:
να
ζυγίζεις το ψωμί. Κι ό,τι άλλο φαγώσιμο
υπάρχει,
μοίραζέ
το σε ίσες μερίδες, αλλά δίνοντας στους
ανωτέρους περισσότερο.
Διότι
υπάρχει (αγιογραφικός) λόγος (που λέει)
αυτούς να τους τιμούμε με διπλάσια τιμή.
Ωστόσο,
φρόντισε εξίσου και γι’ αυτόν που
κάθεται στην τελευταία θέση.
Διότι
ο καθένας είναι δικό σου μέλος, αν και
όχι ισότιμο.
Πραγματικά,
σαν να παραβρίσκεσαι στο δείπνο του
Κυρίου,
να
νιώθεις ότι υπηρετείς τους Αποστόλους.
Γύρνα
το κεφάλι σου δεξιά και αριστερά, κοίταξε
προσεκτικά, πρόσφερε νερό επιπλέον,
ώστε
να δεις καλό στη ζωή σου και να έχεις
πλούσια ανταμοιβή.
- Του Κωνσταντίνου, που με τη χάρη του αιωνίου βασιλέως Χριστού είναι βασιλιάς των Ρωμαίων: (Πραγματεία) προς τον υιό του τον Ρωμανό, τον εστεμμένο από τον Θεό και πορφυρογέννητο βασιλιά
Προοίμιο:
Ένας
σοφός γιος δίνει ευχαρίστηση στον πατέρα
του και ένας στοργικός πατέρας χαίρεται
για τον συνετό γιό του. Ο Κύριος βέβαια
χαρίζει σύνεση, (ώστε να ξέρει κανείς)
πότε πρέπει να μιλήσει και (ο ίδιος, ο
Κύριος) δίνει πρόθυμα αυτιά για να
ακούνε. Αυτός έχει στη διάθεσή του τον
θησαυρό της σοφίας και από αυτόν χαρίζεται
κάθε τέλεια δωρεά. Στερεώνει βασιλιάδες
στο θρόνο και τους δίνει δικαιοδοσία
στα πάντα. Άκουσέ με λοιπόν, παιδί μου,
τώρα, και, αφού θα έχει μάθει αυτή τη
διδαχή, θα είσαι (ο πιο) σοφός ανάμεσα
στους συνετούς και θα λογαριάζεσαι ως
(ο πιο) συνετός ανάμεσα στους σοφούς. Θα
σε δοξάζουν τα πλήθη και θα σε μακαρίζουν
όλα τα έθνη. Δέξου να διδαχθείς όσα
πρέπει προ πάντων να γνωρίζεις και πιάσε
το πηδάλιο (του σκάφους) της βασιλείας
με φρόνηση. Μελέτησε την υπάρχουσα
κατάσταση και διδάξου σχετικά με τις
μελλοντικές καταστάσεις, ώστε να
συλλέξεις εμπειρία μαζί με υγιή κρίση,
προκειμένου να είσαι ικανός να ελέγχεις
την κατάσταση. Ορίστε, σου παραθέτω μια
διδαχή, (που θα σε βοηθήσει) ώστε, αφού
οξυνθεί η κρίση σου με την πείρα και τη
γνώση εξ αυτής, να μην αστοχείς στις
αποφάσεις σου, αλλά να παίρνεις πάντοτε
τις άριστες, καθώς επίσης (να μην αστοχείς)
και σχετικά με το κοινό συμφέρον. Πρώτα
πρώτα (θα σου πω) ποιο έθνος μπορεί να
ωφελήσει τους Ρωμαίους και σε τι, καθώς
και σε τι μπορεί να τους βλάψει, και πώς
μπορεί καθένα από αυτά και με τη βοήθεια
ποιου έθνους να πολεμηθεί και να
υποταχθεί, έπειτα (θα σου εξηγήσω) σχετικά
με την απληστία τους και την αχόρταγη
διάθεσή τους, και για όσα πέρα από κάθε
λογική απαιτούν να πάρουν. Ακολούθως
και περί των διαφορών των εθνών μεταξύ
τους και σχετικά με την καταγωγή τους
και τα έθη τους και τον τρόπο ζωής τους…
- Ιωάννου Γεωμέτρου, Επιγράμματα
Για
τους φιλοσόφους
Τρεις
ξεχωριστοί μοναδικοί αστέρες της
πολυμαθούς σοφίας (υπάρχουν)
οι
οποίοι αποθήκευσαν στα βιβλία άπειρο
πλούτο.
Ο
Αρχύτας έκανε την αρχή, ο Πλάτων πλάτυνε
(τους ορίζοντες), αλλά την τελειοποίηση
σε όλα,
όπως
το λέει και το όνομά του, την έφερε ο
Αριστοτέλης.
Για
τον ληστή
Ο
λωποδύτης, αφού ενδύθηκε πάνω στο Σταυρό
την πίστη,
τώρα
ξεπάτωσε τις πύλες του Παραδείσου.
Για
τον δάσκαλό του τον Νικηφόρο
Και
τους δυο τους σκεπάζουν τα πράγματά
τους, Νικηφόρε:
εσένα
η ταφόπλακα, τους ζωντανούς ο ογκόλιθος
της άγνοιας.
- Χριστοφόρου του Μυτιληναίου, Επιγράμματα
Για
τον βασιλικό γραμματέα Κωνσταντίνο,
που είπε ότι σιχαίνεται τη λάσπη και
γι’ αυτό δεν βγαίνει από το σπίτι.
Σιχαίνεσαι
τη λάσπη και (γι’ αυτό) μένεις μέσα στο
σπίτι;
Να
είσαι βέβαιος ότι καθόλου δεν αποφεύγεις
τη λάσπη,
είτε
βγεις είτε μείνεις στο σπίτι.
Διότι
ολόκληρος είσαι λάσπη, Κωνσταντίνε.
Πάψε
λοιπόν να σιχαίνεσαι την συγγενή σου,
μάθε
ότι η ίδια η φύση σου είναι (η) λάσπη.
- Του Συμεών του Νέου Θεολόγου, Ύμνος 46ος
Εξομολόγηση
μαζί με δέηση. Και περί της στενής σχέσης
του Αγίου Πνεύματος με την απάθεια.
Απομακρύνθηκα,
φιλάνθρωπε, κατασκήνωσα στην έρημο,
κρύφτηκα
από σένα τον γλυκό Κύριό μου.
Σκεπάστηκα
από το σκοτάδι των βιωτικών μεριμνών
και
έτσι υπέστην πολλές πλήγματα (δαγκωματιές)
και πολλά τραύματα,
επιστρέφω
με την ψυχή γεμάτη πληγές,
και
κραυγάζω από την οδύνη και τον καρδιακό
πόνο:
Σπλαχνίσου
με, λυπήσου με τον αμαρτωλό.
αχ
γιατρέ φιλάνθρωπε και μόνε σπλαχνικέ,
εσύ
που τους ασθενείς και τους τραυματίες
δωρεάν
περιποιείσαι/γιατρεύεις,
γιάτρεψε τις μελανιές μου, τις πληγές
μου. 10
Στάξε
(στις πληγές) μου από το έλαιο της χάρης
σου, Θεέ μου,
και
άλειψε τις πληγές μου, και εξαφάνισε τα
έλκη μου
και
κάνε τα να κλείσουν, και ξαναζωντάνεψε
τα παραλυμένα
μέλη
μου και εξαφάνισε όλες τις ουλές, σωτήρα
μου,
και
κάνε με εντελώς υγιή όπως πρώτα,
τότε
που δεν είχα κανένα μολυσμό, καμμιά
μελανιά,
ούτε
φλεγμονή ούτε κηλίδα, Θεέ μου,
αλλά
(ένιωθα μόνο) γαλήνη και χαρά και ειρήνη
και ηρεμία
και
άγια ταπείνωση και την μακροθυμία,
(που
είχα) τον φωτισμό της υπομονής και των
καλών έργων, 20
υπομονή
και αήττητη δύναμη για όλα.
Από
εκεί (πήγαζε για μένα) πολλή παρηγοριά
από δάκρυα καθημερινά,
από
εκεί ανέβλυζε μέσα στην καρδιά μου
αγαλλίαση,
σαν
πηγή, και έρρεε ατελείωτα,
και
ήταν σαν ένα μελιστάλαχτο ρυάκι και σαν
ποτό ευχάριστο,
που
συνεχώς κυκλοφορούσε μέσα στο στόμα
του πνεύματός μου.
Από
εκεί (προερχόταν) όλη η υγεία, από εκεί
η καθαρότητα,
από
εκεί η απάλειψη των παθών και των ματαίων
σκέψεων,
γι’
αυτό και με συντρόφευε η φωτεινή σαν
αστραπή απάθεια
και
συνεχώς συνουσιαζόταν μαζί μου (πρόσεξε
εσύ που διαβάζεις αυτά,
να
τα κατανοήσεις με το πνευματικό τους
νόημα, μην τυχόν και μολυνθείς 30
με
άθλιες σκέψεις) προκαλώντας μου ανείπωτη
ηδονή ενώσεως
και
άπειρο πόθο για γάμο και ένωση με το
θείο.
Απ’
αυτήν την απάθεια γεύτηκα κι εγώ και
έγινα απαθής,
εκπυρώθηκα
από την ηδονή, αναφλέχθηκα από τον πόθο
γι’ αυτήν,
και
είχα εμπειρία του φωτός, τολμώ να πω:
έγινα φως,
ανώτερος
από κάθε πάθος, έξω από κάθε κακία.
Διότι
δεν τολμάει κανένα πάθος να ακουμπήσει
το φως της απαθείας,
όπως
ούτε και η σκιά ή το σκοτάδι της νύχτας
(μπορεί να πλησιάσει) τον ήλιο.
Ενώ
λοιπόν είχα αποκτήσει αυτή την κατάσταση,
ενώ ήμουν τέτοιος, 40
χαλάρωσα,
δέσποτα, επειδή έδειξα εμπιστοσύνη στον
εαυτό μου,
και
παρασύρθηκα από την φροντίδα για τα
υλικά πράγματα,
έπεσα
από το ύψος εκείνο στο επίπεδο των
βιωτικών μεριμνών, ο άθλιος,
και
έγινα σαν το μαύρο σίδερο, αφού ψυχράνθηκα
(δηλ. έχασα την πύρωσή μου),
και
μένοντας για μεγάλο διάστημα έτσι
πεσμένος προσέλαβα επιπλέον και
(μολυσματικό) ιό.
Γι’
αυτό σου φωνάζω, φιλάνθρωπε, και σου
ζητώ πάλι να καθαριστώ και να επανέλθω
στην προηγούμενη ομορφιά μου και να
απολαύσω το φως σου και τώρα και πάντοτε
και στην αιωνιότητα. Αμήν.
- Του Ιωάννου Μαυρόποδος, μητροπολίτου Ευχαΐτων,
Επίγραμμα
για τον Πλάτωνα και τον Πλούταρχο.
Αν
θα ήθελες, Χριστέ μου, να εξαιρέσεις από
την τιμωρία κάποιους από τους μη
Χριστιανούς, σε παρακαλώ εξαίρεσέ μου
τον Πλάτων και τον Πλούταρχο. Γιατί και
οι δύο ήταν τόσο στη σκέψη όσο και στα
έργα πολύ κοντά στους δικούς σου νόμους.
Κι αν δεν έφτασαν στο σημείο να γνωρίσουν
ότι εσύ είσαι ο Θεός των πάντων, μόνο ως
προς αυτό χρειάζεται να δείξεις την
αγαθοσύνη σου, εξαιτίας της οποίας
θέλεις όλους να τους σώσεις δωρεάν.
- Του Μιχαήλ Ψελλού, «Χρονογραφία»
42.
Μέχρι εδώ η ιστορία μου προχώρησε χωρίς
κανένα πρόσκομμα, πορευόμενη τη λεία
και βασιλική οδό, όπως λέει και ο Θεολόγος
(Γρηγόριος). Από δω και πέρα όμως διστάζει
να προχωρήσει και να αφηγηθεί μια πράξη
η οποία αφενός δεν έπρεπε να γίνει,
αφετέρου όμως, για να μιλήσω κάπως
αντιφατικά, έπρεπε να γίνει οπωσδήποτε.
Δεν
έπρεπε να γίνει αφενός, εξαιτίας της
ευλάβειας προς τον Θεό και της απέχθειας
προς την βία, και αφετέρου έπρεπε να
γίνει εξαιτίας της καταστάσεως των
κρατικών υποθέσεων και εξαιτίας της
επικινδυνότητας της περίστασης. Εκείνοι
λοιπόν που ήταν οι πιο ένθερμοι
υποστηρικτές του αυτοκράτορα, φοβούμενοι
μήπως ο Διογένης μηχανευτεί κάτι και
γίνει ξανά αφορμή νέων προβλημάτων για
τον βασιλιά, χωρίς να αποκαλύψουν το
σχέδιό τους στον ίδιο (τον βασιλιά),
εκδίδουν έγγραφη διαταγή προς εκείνον
ο οποίος τον κρατούσε τότε αιχμάλωτο
να του αφαιρέσει τα μάτια.
43.
Ο βασιλιάς το αγνοούσε εντελώς αυτό,
ακόμη και μετά την εκτέλεσή του. (Και ο
Θεός γνωρίζει καλά ότι δεν προσπαθώ να
κάνω την ιστορία μου κολακευτική, αλλά
εντελώς αληθινή.) Γι’ αυτό και μόλις
έμαθε εκ των υστέρων τα γεγονότα ξέσπασε
σε δάκρυα, πολύ περισσότερα μάλιστα από
όσα δάκρυα έχυσε ο ίδιος ο Διογένης πριν
από την συμφορά του, και θρήνησε. Αλλά
ούτε και τότε που αναγγέλθηκε στον
βασιλιά η σύλληψη του Διογένη, εκείνος
ούτε καμμιά χαρά έδειξε ούτε φανέρωσε
στους γύρω του κάποιο άλλο σημάδι
ενθουσιασμού/ικανοποίησης. Αντίθετα,
αν δεν ντρεπόταν τις κοροϊδίες του
κόσμου, θα πενθούσε για πολύ καιρό ακόμη.
(Όσο για τον Διογένη) αυτός οδηγήθηκε
τυφλός στο μοναστήρι που ο ίδιος είχε
ιδρύσει στο νησί που ονομάζεται Πρώτη.
Εκεί, αφού έζησε για λίγο καιρό ακόμη,
πέθανε, χωρίς να συμπληρώσει ούτε τέσσερα
χρόνια βασιλείας. Τώρα ο Μιχαήλ ήταν
απόλυτος μονάρχης.
- Της Άννας της Κομνηνής, Αλεξιάδα. Πρόλογος
1
Καθώς ο χρόνος ρέει ανεμπόδιστα και
κινείται συνεχώς παρασύρει και μεταφέρει
όλα τα όντα/γεγονότα και τα καταποντίζει
στον βυθό της αφάνειας, όπου (χάνονται)
αφενός πράγματα ανάξια λόγου αλλά
αφετέρου και (πράγματα) σημαντικά και
αξιομνημόνευτα. Ο χρόνος δηλαδή, όπως
λέει και η τραγωδία, κάνει τα κρυφά να
έρχονται στο φως, ενώ «θάβει»/κρύβει τα
φανερά. Αλλά ο λόγος του ιστορικού (της
ιστορίας) γίνεται ισχυρότατο ανάχωμα
ενάντια στο ρεύμα του χρόνου και κατά
κάποιον τρόπο σταματάει την ακάθεκτη
ροή του, και όσα υπάρχουν/συμβαίνουν
μέσα σ’ αυτόν (τον χρόνο), όσα βέβαια
περιλαμβάνει (το ιστορικό κείμενο), τα
συγκρατεί και τα κρατάει ενωμένα/ζωντανά
και δεν τα αφήνει να πέσουν στο βυθό της
λήθης.
2
Αυτά επειδή τα κατανόησα εγώ η Άννα, η
κόρη των βασιλέων Αλεξίου και Ειρήνης,
γέννημα θρέμμα της πορφύρας, που, όχι
μόνο δεν είμαι αμόρφωτη, αλλά έχω κάνει
ανώτατες σπουδές στην Ελληνική γλώσσα,
και δεν είμαι άσχετη στη Ρητορική, και
έχω μελετήσει τις επιστημονικές
πραγματείες του Αριστοτέλη και τους
φιλοσοφικούς διαλόγους του Πλάτωνα και
ωρίμασα τη σκέψη μου και με τη βοήθεια
των τεσσάρων θετικών μαθημάτων (είναι
ανάγκη να παρουσιαστούν αυτά –δεν
πρόκειται για περιαυτολογία– όσα δηλ.
μου χάρισε η φύση αλλά και ο ζήλος μου
για τις επιστήμες και αυτά με τα οποία
ο Θεός με προίκισε εξ ουρανού και όσα
προστέθηκαν από την εμπειρία) θέλω, μ’
αυτό το ιστορικό έργο μου, να αφηγηθώ
τις πράξεις του πατέρα μου, που δεν τους
αξίζει να παραδοθούν στη σιωπή ούτε να
παρασυρθούν από το ορμητικό ρεύμα του
χρόνου και να διαλυθούν σαν σε πέλαγος
λήθης, (τις πράξεις) τόσο αυτές που
διέπραξε, αφού ανέλαβε τα σκήπτρα της
αυτοκρατορίας, όσο και αυτές που
πργματοποίησε, πριν να στεφθεί βασιλιάς,
όταν υπηρετούσε άλλους βασιλείς.
- Του Δούκα, Ιστορία
…
Οι Τούρκοι
μαζί με τον αρχηγό τους προσπαθούσαν
να πλησιάσουν στα τείχη, κουβαλώντας
και πολυάριθμες σκάλες που είχαν
κατασκευάσει εκ των προτέρων. Ο σατράπης
λοιπόν, πίσω από το στράτευμα, με σιδερένιο
ραβδί έσπρωχνε τους τοξότες προς τα
τείχη, άλλοτε με κολακευτικά λόγια κι
άλλοτε με απειλές. Οι άνδρες της Πόλης
πάλι αντιστέκονταν γενναία, με όση
δύναμη είχαν. Κι ο Ιωάννης παραστεκόταν
γενναία μαζί με τους άνδρες του και είχε
μαζί του και τον βασιλιά οπλισμένο, και
αμφότεροι μαζί με όλο το στρατό
αντιστέκονταν. Όταν λοιπόν ήρθε η ώρα
που ήταν γραφτό να περάσει η τύχη στα
χέρια των Τούρκων, ο Θεός πήρε από την
παράταξη των Ρωμαίων τον στρατηγό τους,
έναν πολεμιστή γίγαντα και πολύ δυνατό.
Χτυπήθηκε δηλαδή από μολυβδοβόλο όπλο
στο χέρι, ψηλά στο μπράτσο, ενώ ήταν
ακόμη σκοτάδι. Και (το βόλι) διαπέρασε
την σιδερένια πανοπλία, που ήταν
φιλοτεχνημένη σαν τα όπλα του Αχιλλέα,
και (ο στρατηγός) δεν μπορούσε να ησυχάσει
από τον πόνο της πληγής. Λέγει τότε στον
βασιλιά: Κράτα γερά (αντιστάσου με
σθένος), εγώ θα πάω μέχρι το πλοίο κι
αφού γιατρευτώ εκεί, θα επιστρέψω
γρήγορα. (…) Ο βασιλιάς, μόλις είδε ότι
ο Ιωάννης αποχώρησε, δείλιασε, όπως και
οι άνδρες του. Ωστόσο, αντιστέκονταν με
όση δύναμη τους έμενε. Οι Τούρκοι όμως
σιγά σιγά πλησίασαν τα τείχη οπλισμένοι
με ασπίδες και άρχισαν να στήνουν τις
σκάλες. Όμως δεν κατάφερναν τίποτε,
γιατί τους εμπόδιζαν οι άλλοι που έριχναν
πέτρες από πάνω. Εκεί λοιπόν που αυτοί
συναντώντας εμπόδια είχαν εξουδετερωθεί,
ενώ οι Ρωμαίοι όλοι μαζί με τον βασιλιά
αντιστέκονταν στους εχθρούς και όλη τη
δύναμη και την προσοχή τους την είχαν
εστιάσει στο να μην αφήσουν τους Τούρκους
να εισέλθουν από τα γκρεμισμένα τείχη,
ο Θεός κρυφά τους οδήγησε μέσα στα τείχη
από άλλο δρόμο. Βρήκαν δηλ. την πύλη που
προαναφέραμε ανοιχτή και, αφού μπήκαν
μέσα περίπου πενήντα από τους εκλεκτούς
εκείνους δούλους του τυράννου και
ανέβηκαν επάνω στα τείχη βγάζοντες
φλόγες, αφού σκότωσαν όσους βρήκαν
μπροστά τους άρχισαν να χτυπούν τους
ακροβολιστές (τους υπερασπιστές των
τειχών). Το θέαμα ήταν φρικιαστικό: Οι
Ρωμαίοι και οι Λατίνοι που προσπαθούσαν
να εμποδίσουν όσους στερέωναν σκάλες
στα τείχη, άλλοι σφάχτηκαν από αυτούς
(τους εισβολείς), άλλοι κλείνοντας τα
μάτια τους έπεφταν από τα τείχη και
κομματιάζονταν τα σώματά τους και
τελείωναν έτσι φριχτά τη ζωή τους. (Και
οι Τούρκοι πλέον) ανεμπόδιστα έστηναν
τις σκάλες και ανέβαιναν πετώντας σαν
αετοί. Αλλά οι Ρωμαίοι που ήταν μαζί με
τον βασιλιά δεν γνώριζαν τι είχε συμβεί.
Γιατί η εισβολή των Τούρκων είχε συμβεί
σε μακρινό σημείο και άλλωστε όλη η
προσοχή τους ήταν στραμμένη εναντίον
των (εξωτερικών) αντιπάλων. Πρέπει να
πω ότι αντιστοιχούσαν είκοσι πολεμιστές
Τούρκοι σε κάθε ένα Ρωμαίο, κι αυτόν όχι
τόσο εκπαιδευμένο πολεμιστή συγκριτικά
με τον οποιοδήποτε (τυχαίο) Τούρκο. Σ’
εκείνους είχαν λοιπόν στρέψει την
προσοχή τους και την έγνοια τους. Τότε
ξαφνικά βλέπουν να πέφτουν από πίσω
τους βροχή τα βέλη και να τους θερίζουν.
Γυρνούν πίσω και βλέπουν Τούρκους. Και
μόλις τους είδαν τράπηκαν σε φυγή. Και
καθώς δεν μπορούσαν να περάσουν από την
πύλη την λεγόμενη Χαρσού, στριμωγμένοι
εξαιτίας του πλήθους, οι πιο δυνατοί
τσαλαπατούσαν τους πιο αδύνατους στην
προσπάθειά τους να εισέλθουν. Τότε το
στράτευμα του τυράννου βλέποντες την
τροπή των Ρωμαίων σε φυγή βγάζοντας μια
φωνή επιτέθηκαν/εισέβαλαν τσαλαπατώντας
και κατασφάζοντας τους αξιολύπητους.
Όταν όμως ήρθαν στην πύλη, δεν μπόρεσαν
να μπούν μέσα. Είχε φραγεί από τα πεσμένα
σώματα που ξεψυχούσαν. Ώστε οι περισσότεροι
έμπαιναν από τα χαλάσματα του τείχους
και πετσόκοβαν όποιον συναντούσαν. Τότε
ο βασιλιάς απελπισμένος, ενώ στεκόταν
με το σπαθί και την ασπίδα στα χέρια,
είπε τα εξής θλιβερά λόγια: «Δεν υπάρχει
κανείς Χριστιανός να μου πάρει το
κεφάλι;» Είχε απομείνει εντελώς μόνος.
Τότε ένας από τους Τούρκους του δίνει
μια στο πρόσωπο και αυτός ανταποδίδει
το χτύπημα στον Τούρκο. Άλλος όμως από
πίσω του καταφέρει το καίριο χτύπημα
και τότε έπεσε καταγής. Δεν ήξεραν βέβαια
ότι ήταν ο βασιλιάς, αλλά τον θανάτωσαν
και τον παράτησαν σαν ένα κοινό στρατιώτη.
1
Τονίζεται ότι η παρούσα μετάφραση
παρέχεται ως βοήθημα: οι φοιτητές
οφείλουν να «δουλέψουν» οι ίδιοι τα
κείμενα, για να είναι σε θέση να
μεταφράζουν συνειδητά. Οφείλουν να
ξέρουν το όλο πλαίσιο του κάθε κειμένου
(τα πρόσωπα, την «πλοκή», τους τεχνικούς
όρους, τις ιστορικές ή λογοτεχνικές
συνθήκες), αλλά και την γραμματική, τη
γλώσσα του, το ύφος του. Επίσης, πρέπει
να αναγνωρίζουν (βλέποντας το πρωτότυπο)
για ποιο έργο πρόκειται και να είναι
σε θέση να το συνδέσουν με τον συγγραφέα
και την εποχή του. Για τα ποιητικά
κείμενα οφείλουν επιπλέον να μπορούν
να αναγνωρίσουν το μέτρο στο οποίο
είναι γραμμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου